Donate
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ - ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ HEIDEGGER - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ

alexis_karpouzos27/04/24 05:3149

Ο Χάιντεγγερ ανατρέχει στους προσωκρατικούς στοχαστές, αναζητώντας το Λόγο της ενότητας του Εν-Όλου…

Με την έλευση της Καρτεσιανής υποκειμενικότητας και εντεύθεν, η φιλοσοφική σκέψη σχετίζει όλα όσα είναι και γίνονται με το ανθρώπινο υποκείμενο (αντικειμενικό) και τα θεμελιώνει στην ορθολογική βεβαιότητα. Το ανθρώπινο εγώ, το οποίο μετουσιώνεται σε αληθές ον, αποτελεί τον άξονα του Είναι και αποβλέπει στην κατάκτησή του. Όλη η νεώτερη φιλοσοφία, από τον Καρτέσιο, τον Λάιμπνιτς, τον Κάντ, το Χέγκελ, αναζητούν το θεμέλιο του Είναι στην υποκειμενικότητα, λησμονώντας το Είναι που «είναι» διάφορο από κάθε ον (αυτή είναι η έννοια της οντολογικής διαφοράς στον Χάιντεγγερ). Για τον Χάιντεγγερ, ακόμα και φιλόσοφοι, όπως ο Μάρξ και η σκέψη της αλλοτρίωσης του ανθρώπου και ο Νίτσε με τη σκέψη της θέλησης της δύναμης, παραμένουν δέσμιοι της μεταφυσικής παράδοσης, από την οποία, άλλωστε, προήλθαν. Για τον Χάιντεγγερ, «η μεταφυσική στο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένου και του αντιπάλου της, του θετικισμού, μιλά τη γλώσσα του Πλάτωνα». Και αυτό, γιατί όλοι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, έμειναν προσκολλημένοι στη διάκριση ανάμεσα στην πραγματικότητα και τα φαινόμενα ή ανάμεσα στο ορθολογικό και το ανορθολογικό. Ακόμα και ο εμπειρισμός και ο θετικισμός θεώρησαν δεδομένες αυτές τις αντιθέσεις και μ΄ αυτή την έννοια δεν ήταν παρά αντεστραμμένες μορφές του μεταφυσικού στοχασμού. Ο Μάρξ κάνει ως αφετηρία της σκέψης την ύλη και ο Νίτσε αντιστρέφει την πλατωνική αντίθεση ανάμεσα στο Είναι και το Γίγνεσθαι και θέτει ως πρωταρχικό το Γίγνεσθαι, υπό τη μορφή της αέναης ροής δύναμης απο σημείο σε σημείο. Ο Χάιντεγγερ, παραθέτει τη φράση του Νίτσε για να τεκμηριώσει την κριτική του, «Το να αποτυπωθεί στο Γίγνεσθαι ο χαρακτήρας του Είναι, αυτή είναι η υπέρτατη βούληση για Δύναμη». Ο Χάιντεγγερ θεωρεί τη σταδιακή μετάβαση από τον Πλατωνισμό, στον ανεστραμμένο πλατωνισμό του Νίτσε, ως βαθμιαία λήθη του Είναι». Η λήθη του Είναι, συμπίπτει, κατά τον Χάιντεγγερ, με τη σύγχυση ανάμεσα στο Είναι και τα όντα. Ο Πλάτωνας, όπως υποστηρίζει, ο Χάιντεγγερ, διατυπώνει συγχρόνως το ερώτημα «τί είναι το Είναι;» και «ποιό είναι το πιο γενικό χαρακτηριστικό των όντων;». Η παράθεση αυτών των δύο ερωτημάτων και η εξομοίωσή τους, συσκοτίζει την έννοια που ο Χάιντεγγερ ονομάζει «οντολογική διαφορά», τη διαφορά, δηλαδή ανάμεσα στο Είναι και τα όντα και η οποία είναι παράλληλη της διαφοράς ανάμεσα στην αποδοχή «ακρόασης» του Είναι και της επιθυμίας σχηματοποίησης και ελέγχου που προκύπτει από τον αντικειμενικό στοχασμό, τη λογική ανάλυση και την επιστημονική ταξινόμηση.

Η επιθυμία εννοιολόγησης και συμβολοποίησης του Είναι επιτελεί μια ρηξηγενή τομή ανάμεσα στον αυθεντικό οντολογικό στοχασμό για το Είναι και τη θεωρητική εκλογίκευση και εξιδανίκευση του Είναι, η οποία επιχειρεί να διαγνώσει με τεχνικό τρόπο την έννοια του, αλλά και να γνωρίσει την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη που το φανερώνει. Για το Χάιντεγγερ, σ΄όλη την ιστορία της Δυτικής μεταφυσικής, από τον Παρμενίδη και εξής, το «σκέπτεσθαι» είναι στην ουσία το «οράν», το «παρατηρείν». Αυτό όμως που παρατηρείται από τον φιλοσοφικό στοχασμό είναι τα είδωλα του Είναι, όπως αυτά διαμορφώνονται, ιστορικά, από τον παραστασιακή δυνατότητα της νόησης. Μ΄αυτή την έννοια το Είναι παραμένει «άσκεπτο» και δεν έχει αρθρωθεί στη γλώσσα.

Ο Χάιντεγγερ επιχειρεί να θέσει το ερώτημα που αφορά το νόημα και την αλήθεια του Είναι ως Είναι και όχι του Είναι του όντος. Πασχίζει να εξερευνήσει αυτό το αίνιγμα που τίθεται στους ανθρώπους και δεν φιλοδοξεί να κατασκευάσει φιλοσοφικό σύστημα ή να προτείνει ένα όραμα για τον κόσμο. Για τον Χάιντεγγερ, «το Είναι δεν είναι ον είναι εκείνο που καθιστά τα όντα παρόντα στον άνθρωπο και τους ανθρώπους παρόντες τον έναν στον άλλο. Είναι εγγύτερα στον άνθρωπο, επειδή τον κάνει να είναι αυτό που είναι και τον καθιστά ικανό να συσχετίζεται με τα άλλα όντα. Εντούτοις, το Είναι είναι απομακρυσμένο από τον άνθρωπο, επειδή δεν είναι ένα ον που μπορεί να συσχετισθεί, αν και είναι συγκροτημένος από το Είναι ώστε να συνευρίσκεται άμεσα με άλλο όντα». «Το Είναι δεν ταυτίζεται με κανένα από τα όντα, ούτε ακόμα με την έννοια του όντος εν γένει. Κατά μία έννοια, το Είναι δεν είναι. Γιατί εάν το Είναι υπήρχε, θα ήταν με τη σειρά του ένα ον, ενώ το Είναι είναι, κατά κάποιο τρόπο, το ίδιο το συμβάν της ύπαρξης μέσα στα όντα και της ύπαρξης όλων των όντων». Το είναι των όντων γίνεται το «ξέφωτο», μέσα στο οποίο το Είναι φανερώνει τον εαυτό του, όπως το φως λαμπυρίζει γύρω από τα αντικείμενα μέσα στο σκοτάδι του δάσους, παρά το γεγονός ότι δεν μπορούμε να εντοπίσουμε τη πηγή της προέλευσής του. Το ίδιο το φως δεν είναι υποκείμενο ούτε αντικείμενο, είναι μια διαδικασία που κάνει τα όντα να είναι. Το Είναι δεν αποκαλύπτεται μόνο του, κατοικεί και φωτίζει το είναι των όντων. Το Είναι φανερώνεται και φανερώνει τα όντα και αποκρύπτεται εξαιτίας του γεγονότος ότι αποκαλύπτει. Το Είναι δεν είναι ούτε μέσα στον εαυτό του ούτε δια του εαυτού του, ξετυλίγεται μέσα και μέσω των όντων δίχως να δεσμεύεται σ΄αυτά και δίχως να υπάρχει χωρίς αυτά. Αυτό είναι το κεντρικό παράδοξο του Χάιντεγγερ και πυρήνας του στοχασμού του. Η κρυπτότητα του Είναι εμπεριέχει την πραγματικότητα του μη-Είναι, το Είναι, δηλαδή, είναι μια ανάδυση από το Μηδέν και εξαιτίας του Μηδενός Είναι και κάνει τα όντα να είναι.

Το Είναι δεν είναι αντικείμενο που μπορεί να το ανασύρει το ανθρώπινο υποκείμενο από τη λήθη που έχει περιπέσει 2500 χρόνια. Για να αποκαλυφθεί ο ορίζοντας του Είναι, ο Χάιντεγγερ ξεκινά από μια φαινομενολογική περιγραφή του ανθρώπινου είναι. Το ανθρώπινο είναι δεν θεμελιώνει την αλήθεια του Είναι με τις παραστάσεις του, αλλά ανήκει στην ουσία του ίδιου του Είναι που δεν έχει θεμέλιο και δεν μπορεί να αναπαρασταθεί από τη συμβολική λογική, μιας που αποτελεί το υπέρτατο Άνοιγμα, το φως, το ξέφωτο του Είναι. «Ο άνθρωπος είναι ο ποιμένας του Είναι», ο φύλακας του πεπρωμένου του Είναι, αυτός για τον οποίο προορίζεται το ξέφωτο, για να βρεί μια φωτεινή διαμονή. Ταυτόχρονα, στους «δρόμους που δεν οδηγούν πουθενά», ο Χάιντεγγερ, υπογραμμίζει ότι Είναι και άνθρωπος είναι το Αυτό, ο άνθρωπος παραμένει τοπο-τηρητής του Μηδενός». Το Είναι είναι η μάσκα του Μηδενός που ο μηδενισμός το μεταμορφώνει σε τίποτα.

Η φαινομενολογική περιγραφή του ανθρώπινου είναι που επιχειρεί ο Χάιντεγγερ, αποβλέπει σ΄Αυτό που υπερβαίνει τον άνθρωπο, δηλαδή το αίνιγμα του Κόσμου, το «ξέφωτο του Είναι». Ο άνθρωπος δεν είναι, αλλά υπάρχει (έχει ύπαρξη και μόνο αυτός, από όλα τα όντα, αποδίδει νόημα και αξία) και αυτό σημαίνει ότι με την ύπαρξη και διαμέσου αυτής φωτοβολεί το Είναι. Μέσα στην εκ-στατική ύπαρξη, η οποία δοκιμάζεται ως μέριμνα και αγωνία, το Είναι προορίζει τον άνθρωπο στην ύπαρξη.

Η ανθρωποκεντρική ιδεολογία που διέπει τον λογικό πυρήνα της μεταφυσικής φιλοσοφίας είναι αυτοαναφορική. Τα κατηγορήματα που αποδίδει ο άνθρωπος στον εαυτό του θεμελιώνουν και διαφορετική παράσταση του Κόσμου. Όλα τα κατηγορήματα=ορισμοί που έχει αποδώσει ο άνθρωπος στον εαυτό του, ζώο λογικό, όν βιολογικό, ψυχολογικό, πνευματικό, τεχνολογικό, πρόσωπο, ύπαρξη κά. είναι αποσπάσματα του ανθρώπινου είναι. Ακριβώς, γι΄αυτό δεν κατορθώνουν να αντιληφθούν τον άνθρωπο στη διάσταση της αλήθειας του Είναι ως Ολότητας, της οποίας ο άνθρωπος είναι ο «ποιμένας» Του.

Author

alexis_karpouzos
Comment
Share

Building solidarity beyond borders. Everybody can contribute

Syg.ma is a community-run multilingual media platform and translocal archive.
Since 2014, researchers, artists, collectives, and cultural institutions have been publishing their work here

About